Παρασκευή 2 Μαρτίου 2007

Ο Μήτρος κι η Βασίλω

Κοπιαστική η μέρα τους και δύσκολη πολύ
τα λίγα γιδοπρόβατα δε χόρταιναν τροφή,
τώρα το χινοπώρι δεν βρίσκουνε βοσκή.
Κι ο Μήτρος πάντα σκεφτικός και πάντα σκυθρωπός,
ποτέ του γελαστός, μόνο καημό, κακοτυχιά και κόμπο
τα παράπονα τον πνίγουν στο λαιμό
και αραιά και πού μονάχος του μιλάει

Σκέψεις πολλές κι όνειρα ο Μήτρος είχε κάνει,
απ’ το καιρό της παντρειάς μια φαμελιά τρανή να φτιάξει.
Καημός του και μεράκι του να είχε πέντε γιους
και μια κόρη πεντάμορφη να του ’φερνε εγγονούς.
Μα τούτη η Βασίλω του, γρουσούζα για καλά,
τα έκανε αλλιώς· πέντε κορίτσια ως εδώ και άφανος ο γιος.
Έτσι λοιπόν ο Μήτρος τ’ αποφάσισε να μείνει με αυτά
και στ’ όνειρό του φώναζε: «Βασίλω μου, χαζιά».

Δοκίμασε η Βασίλω του πολλές φορές τις νύχτες
κοντά του να ξαπλώσει,
μα αυτός πάντα σκιαζότανε
πως τσούπρα θα του δώσει.
Έτσι περνούσε ο καιρός, κοιμόταν χωριστά,
σκιάζονταν ο Μήτρος τρομερά τα τραγανά βυζιά

Και ο καυγάς τους δυνατός έφτανε στο χωριό
«Τράγο» τον φώναζε και «παλιοακαμάτη» γιομάτη με θυμό.
«Παλιάμπ’λο» είσ’ Βασίλω μ’ τίπουτις δε νουάς,
τσούπρες να βγάνεις ξέρεις και γιόμουσ’ η ντουνιάς.
Σ’ είπα Βασίλω μ’, δεν πρέπει ν’ αστοχνάς
πως πρώτα θέλ’ αρσενικά να μοιάζουν μι τ’ εμένα,
κουντά μια θυγατέρα να μοιάζει μι τ’ εσένα.

-Άι Μήτρο μ’ και χάζεψες, δεν τα’ χω στο βρακί μ’.
Για δεν τηράς όταν είσ’ ψηλά, Μήτρο μ’, είσαι σωστά;

Έτρεξε η δόλια, έψαξε σε κάποιες χαρτορίχτρες,
σε μάγους και φακίρηδες ζήτησε να βρει το γιατρικό,
ένα βοτάνι μαγικό που θα ’φερνε το γιο.
Και να, της δώσαν συνταγή κι άλλα μυστικά,
να πότιζε το Μήτρο της με κόκκινο κρασί, να έβγαζε το γιο.

Και μια βραδιά σαν γύρισαν άκεφοι απ’ τη βοσκή,
το βράδυ η Βασίλω τραγούδαγε γλυκά και του ’δωνε ζωή.
Κοντά με γέλια και κρασί τον πότισε καλά
κι όλη τη νύχτα ο Μήτρος της, χαιρότανε τα τραγανά βυζιά.

-Αχ, αχ κι ωχ, ωχ, μανούλα μ’ τι τραβάω
Μωρ’ Βασίλω μ’, τι όμορφη και τι γλυκιά είν’ η ζωή
μέσα στην αγκαλιά σ’ ξεχνάω τ’ αρσενικά.

Και να που τα κατάφερε γκαστρώθηκε ξανά,
φτάνει στους μήνες τρεις,
μα σκιάζεται η άμοιρη στο Μήτρο να το πει.
Κι όπως ξανά ένα δειλινό γυρίζανε στη στάνη,
κέφια, μεράκια της, τραγούδια και χαρές
ξεχύθηκαν με χάρη στις γύρω λαγκαδιές.

-Ούι, ούι! Βάρα τα γίδια Μήτρο μ’ βάρα και το μουλάρ’,
στη στάνη μας να φτάσουμε πριν να μας πάρει το βράδυ.
Και σ’ έχω για του δείπνου μας κι ένα χαμπάρ’ καλό,
Μήτρο μ’ κι αντρούλη μ’ μάθε πως πάλι μ’ αγκάστρωσες
από πολύ καιρό!
-Τι είν’ αυτά που ματσαλάς κι πες μου τι νουάς,
Βασίλω μ’ τραγανή, ανάθεμα κι δε γρικώ
πότ’ ήρθα εγώ κοντά σ’.

Και φτάσαν στο καλύβι τους κι ο Μήτρος σκεφτικός
και η Βασίλω με χαρά του έφερε καρύδια και κρασιά.
Κι όπως τον πότιζε γλυκά έβγαλε το φουστάνι της
και έβαλε τα χέρια του απάνω στην κοιλιά της.

Άναψε ο Μήτρος στη στιγμή ακόμα πιο πολύ
κι αφού λίγο αφουγκράστηκε το νέο τους παιδί,
της λέει με στοργή:

-Να ’νι αυτό Βασίλω μ’ αρσενικό ή να ’νι πάλι θυλ’κό;
Α; τι λες του λόου σου εσύ απ’ νοάς απ’ τ’ αυτά
ακόμα πιο πουλλά;

-Μη σκιάζεσαι Μήτρο μ’ και θα δεις, θα’ ναι όπως κι εσύ
κι επάνω στην κουβέντα ο Μήτρος σαν φλογίστηκε
την έριξε στην ψάθα
-Άντες κι μ’ κατάφερις, τρανή καμωματού
βγέκα εσύ πέρα καλά κι ας είν’ ότι θέλ’
κι άρχισε με κέφια και χαρά να παίζει ως αργά…


Βάιος Φασούλας 09.05.1995. (Από τη Β` Συλλογή).

2 σχόλια:

  1. Βάιε, κι όσο για τον... Μήτρο και τη Βασίλω... πολύ διασκεδαστικό αλλά πρέπει να μάθει η Βασίλω πως για το γένος του παιδιού, υπεύθυνος είναι ο Μήτρος!!! Όχι παίζουμε...

    Στέλλα Ζαμπούρου Φόλλεντερ
    Η.Π.Α.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

«Ουχ ούτως χρείαν έχομεν της χρείας παρά των φίλων ως της πίστεως της περί της χρείας» Επίκουρος