Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2014

ΦΕΥΓΩ

Ο φίλος Στράτος έγραψε εντυπωσιακά λόγια για το «Φεύγω» το οποίο δημοσιεύτηκε στις 8 Φεβρουαρίου 2014 στην ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ, Νέας Υόρκης
Επειδή πολλοί από εσάς δεν βρίσκεται την ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ, αναδημοσιεύω το κείμενο αυτό στο Μακρινοί Αντίλαλοι  






                                      Ηφαίστειο στη Λίμνη Ατιτλάν, Γουατεμάλα 

                                                      ΦΕΥΓΩ
Πρέπει να φύγεις, στα Μαρκάτα Πυλάρου Κεφαλληνίας δεν  υπάρχει μέλλον.
Μα γιατί; Άσε τουλάχιστον να μεγαλώσω;
Τότε θα είναι αργά.
Που να πάω;
Σε  άλλη γη,  σε άλλα μέρη, εκεί όπου γεννώνται τα παραμύθια, αυτά που άκουγες μικρός. Έχουμε αποδείξεις κοίτα και μόνος σου πόσο καλοθρεμμένοι είναι αυτοί που έρχονται απ’ έξω, αυτοί που γυρίζουν, φορούν γραβάτες έχουν ρολόι με καδένες, μασούν τσίκλα!
 Πως θα πάω;
Καβάλα στη θάλασσα.
Ώστε έτσι ε! τότε να φύγω. 
Η θεια μου πετάχτηκε από μια γωνιά.  Και να  μας γυρίσεις πλούσιος.
Κανένας δεν σκέφτηκε  ποτέ αν θα με ξανάβλεπαν, ότι είμαστε θνητοί.  
Στα πρώτα μου  βήματα ήμουν απελπιστικά  μόνος, έκλαιγα κρυφά, κάποιος με είδε με μαρτύρησε. Απόρησαν!!  με ρώτησαν γιατί έκλαιγα;
Τι να απαντήσω, σάμπως θα καταλάβαιναν;
-Φεύγω, γεια σας.
                                               *
Που πας;
Μα στη γη της επαγγελίας.
Όχι μην φύγεις, μην πας είναι όλα ψεύτικα, θα το μετανιώσεις. Μάρτυράς  μου  μια γλάστρα με βασιλικό μας έστελνε μια θεϊκή μυρωδιά, μέσα απ τη φτωχική αυλή, του φίλου απ τ’ Άγραφα, κάπου στα προσφυγικά στην Καλλιθέα.
Μα μου έχουν πει να κυνηγώ το  μονοπάτι του ήλιου μόλις φτάσει στη δύση του εκεί θα βρω μια πλούσια ζωή.
Ψέματα σου είπαν, μην φύγεις.
                                               *
Είσαι ανεπιθύμητος, στην ξένη γη, να φύγεις, είσαι υπό κράτηση.
Γιατί;  Δεν  έκανα τίποτα,
Δεν έχεις νούμερο,
Σκέφτηκα αυτούς με τα τατουάζ του πολέμου που είχαν νούμερα στα χέρια, τυχερός που δεν έχω.     
Α! ώστε με διώχνεται; 
Ναι τώρα αμέσως, μάζεψε τα ρούχα σου.
Μα δεν έχω τίποτα. Τότε ανέβα στο τζιπ.
                                               *         
Η Αβάνα,   
 Η Εύα με έμαθε να έχω εμπιστοσύνη στον εαυτόν μου, μου εξύψωσε το ηθικό «το χρειαζόμουν» με πρόσεχε σαν να ήμουν ο άγγελός της.  
Η Αλίσια με σύστηνε σε φίλες τις,  προσπαθούσε να μου μάθει την κοινωνία, πίνοντας ρούμι, διασκέδαζε μαζί μου με την ατολμία μου. 
Η Αιμιλία προσπαθούσε να με μάθει  ρούμπα  στο κλαμπ  21,
-Γεια σας φεύγω.
Η  Κάρμεν σε ένα χωριουδάκι στην Κούβα με έπιασε απ το χέρι και με πήγε στην εκκλησία, πιτσιρίκοι και οι δυο κοιτάζαμε τα θεία, με σύστησε στον πάτερ… αυτός με ονόμασε σχισματικό δεν ξέρω τι σκεφτόταν:
-Γεια σου,  φεύγω,
-Θα μου γράφεις; 
Στα λιμάνια λάβαινα  γράμματα  από την Ιουδίθ απ το Μεξικό,  ήταν φιλόλογος προσπαθούσε να μου μαθαίνει για τους κήπους του Χοτσιμίλκο, για το παλάτι των καλών τεχνών, κι ένα σωρό άλλα ποιητικά χαρίσματα.
Η Τράουδη στο Αμβούργο  με πήγε περπατώντας στο βαπόρι, στο δρόμου μου εξηγούσε γιατί στην είσοδο του λιμανιού παίζουν τον Εθνικό ύμνο κάθε  πλοίου που μπαίνει στο λιμάνι.
Στο  Ρότερνταμ Ολλανδίας, εκεί μας έφαγε το Κάντετραχτ, ήταν γεμάτο ξέμπαρκους ναυτικούς, τα βράδια λες και βρισκόσουν  στον Πειραιά.
Ο ινδικός ωκεανός είχε μουσώνα,  μας χόρευε, μα  και αυτή η μυρωδιά  των κατοίκων ρώτησα τι είναι; λάδι καρύδας μου απάντησαν, με αυτό αλείφουν τα σώματά τους στην  Ινδία και στο Μπανγκλαντές.  Άλλο πάλι τούτο, λευκός απαγορεύεται να έχε σχέσεις με ντόπια, Σινγαλέσα ή Ταμίλ, Κολόμπο Σρι Λάνκα. 
-Φεύγω!                                              *
Όχι δεν άρεσα της μάνας της στην Κόσταρικα, το κορίτσι υπάκουσε, έφυγε αυτή.
Μα κι αυτό το Ρίο της Βραζιλίας, ε! εκεί ήταν  η Ρίτα, η Φανή και άλλες…
Στην Μπαρανκίγια Κολομβία, κάθε γωνία και μοδιστράδικο, η γη του Γαβριέλ Μάρκεζ…
Στην Βενεζουέλα βρήκα την πιο άσχημη γυναίκα, όμως ήταν ένας θησαυρός.
Η  άλλη στην Ονδούρας με περίμενε να ζήσουμε μαζί.
- Όχι,  φεύγω.
Μετά παντρεύτηκε, με φώναξε, να πάω να με δει:
-Όχι φεύγω, μετά κάηκε σε πυρκαγιά.  
Στην Γαλλία η Μονίκ, μα και  η αλγερινή χειρομάντης στη Χάβρη,  αυτή που επέμενε να μου πει την τύχη μου! σήμερα λέω ότι τότε είχε πετύχει, μάντεψε  την αλήθεια.
-Γεια σας φεύγω.                                           *
 Ο  Παναμάς  πλημύρα αγαθών από το  ότι γυρεύει  ο ναυτικός,  η ζώνη του καναλιού με τις  duty free πραμάτειες,   οι περιπέτειες η μια μετά την άλλη,   αλλά δεν γίνεται να γράψω για όλες, θα χρειαζόταν ένα χοντρό βιβλίο και μετά είναι τόσο δύσκολο να γίνεις πιστευτός;   
Δεν με εντυπωσίαζε τίποτα.  Νέος δεν ήξερα τι ήθελα, όλα είχαν να κάνουν με  γυναίκες  έλεγα φεύγω, εκατοντάδες,  φορές.
 Δυο αλλαξιές ρούχα κι ένας σάκος ήταν όλη μου η περιουσία, μια περιπέτεια  η ζωή, για 14 χρόνια έτρεχα, έφευγα, χανόμουν, θα ξανάρθεις, ίσως ναι, ίσως ποτέ, γράμματα ερχόταν, μέσα τους μύριζε η ελπίδα, θα ξανάρθεις;    
-Όχι, φεύγω.                                      *
Πως αλλάζει η ζωή, σήμερα γκρεμίστηκαν όλα αυτά, έχασα την σύνδεσή τους, προσπαθώ λυσσαλέα να πίσω τον εαυτόν μου, ότι όλα αυτά ήταν μέρος της ζωής μου, δε βαριέσαι τίποτα, λέω να φύγω, να χαθώ, μα δεν γίνεται, κοιτώ γύρω μου,  απελπίζομαι, σταμάτησαν να με ρωτούν:  θα  ξανάρθεις;
Όχι τώρα δεν φεύγω πια, αλλά κλαίω  γιατί έφυγα, από Ελλλάδα.

υ.γ. 
Η Φωτογραφία του βαποριού αυτού με το όνομα ΑΙΝΟΣ με βάση τη Νέα Υόρκη σημαία Παναμά, εμπαρκάρησα από ΝΥ 29 Φεβρουαρίου 1952 κι εξεμπαρκάρησα 20 Ιουνίου 1955 στην Νέα Ορλεάνη.
Ήταν γεμάτο με νεολαία, κανονικά θα έπρεπε να ονομάστεί Άγιος Σώστης γιατί σε αυτό εύρισκαν καταφύγιο όλη η νεολαία της Ελλάδας αυτή όπου ζητούσε ένα καλύτερο αύριο, ακόμη και αυτοί οι οπίοι παντρευόταν με αμερικανίδες κι έπρεπε να φύγουν να καταθέσουν τα χαρτιά τους σε μια πρεσβεία έξω από τις ΗΠΑ.
Ήταν μια ζωή περιπετειώδη αλλά ευτυχισμένη, με γλέντια  και κουβάνικες αγκαλιές.
μια ζωή που με δίδαξε πολλά, πάρα πολλά. 

Ένα άλλο, πάντα είχα αυτή την μανία να έχω την πένα στο χέρι και να γράφω, ακόμα και να κρατώ ημερολόγιο απ την ημέρα που έφυγα απ την Ελλάδα, 1950, μετά αφού μπόρεσα κι αγόρασα φωτογραφική μηχανή τύπου φυσαρμόνικας, άρχισα  να αποθανατίζω στιγμές από όλο τον κόσμο.
Όλα αυτά τα έσερνα μαζί μου, σε όλες τις πατρίδες του κόσμου, ως ενθύμιον ή ταυτότητα του εαυτού μου, οπότε υπάρχουν μέχρι σήμερα, τα ξαναδιαβάζω, και ξέρω πως ξεκίνησα...    


Γαβριήλ Παναγιωσούλης     
------------------------------------------------------------------------------------------------------------







16 σχόλια:

  1. Εγώ δεν έκανα τίποτα άλλο, φίλε μου,
    από το εκφράσω όλα όσα αισθάνθηκα διαβάζοντάς το.
    Θα περιμένουμε τη γνώμη των υπολοίπων φίλων.
    Και να ομολογήσω κάτι εδώ... σα να ζήλεψα λίγο, βρε Γάβο, με τόσες γυναίκες...
    Να 'σαι καλά!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Ω! όχι και να ζήλεψες φίλε ήταν 14 χρόνια κάθε μέρα εν κινήσει,
    Για σκέψου να μην μπορείς να αγοράσεις πάνω από 2-3 πουκάμισα δυο ζεύγη παπούτσια ένα χοντρό σακάκι και τίποτε άλλο, ά και μια γραβάτα όλα αυτά βαλμένα σε ένα σάκο ή μια μικρή βαλίτζα και να διαβαίνεις, μέρα νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι χωρίς να γνωρίζεις τίποτα το στεριανό,

    Μια φορά πήγαμε στο Αμπάσαδορ στο Ρότερνταμ Ολανδία, εκεί δεν σου επιτρεπεται να μπεις χωρίς γραβάτα, -μα δεν έχουμε- τότε μας νοίκιασαν μια με την ώρα.

    Είναι πράγματα που έχουν μείνει μέσα μου, κι έμειναν γιατί δεν είχα γνωρίσει άλλη ζωή και γιατί ήμουν πολύ νέος όταν πρωτοπήγα, μακριά πολύ μακριά, άβγαλτος από στεριά.

    ευχαριστώ

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. Γιατί, βρε Γαβριλάκο κλαις που δεν έφυγες; Και μεις τι θα κάναμε χωρίς εσένα; Αν έμενες εκεί, θα είχες φτειάξει άλλη οικογένεια τώρα και θα έλεγες πάλι: Κλαίω που δεν έφυγα.

    Και τώρα μεταξύ μας: Ποια από όλες αυτές τις γυναίκες που γνώρισες,σου άρεσε περισσότερο και θα ήθελες να πάρεις μαζί σου? Αλλά τι λέω, η κουτή. Αφού την πήρες. Την γλυκειά Ορτανσία σου που την έχουμε και μεις και την αγαπάμε.
    Γαβριλάκο, έτσι είναι η ζωή. Πάντα αναζητάμε αυτό που δεν γευτήκαμε. Τελικά καταλήγουμε εκεί που μας οδηγεί το πεπρωμένο μας. Δεν γλυτώνουμε.
    Να είσαι πάντα καλά και να μας γράφεις αυτές τις ναυτικές ιστορίες σου
    που φέρνουν εξωτική αύρα και ψυχική ανάπαυλα στον συντηρητικό και καμμιά φορά μονόχτωτο κόσμο της πολιτισμένης μας Δύσης.
    Βάνα

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  4. Αγαπημένε Γαβρίλη,δέξου και μία παρείσακτη εδώ μέσα να σου καταθέσει το θαυμασμό της γιαάλλη μια φορά, για μια γλώσσα ασθμαίνουσα να προλάβει τα εξιστορήσει όλα, για ένα συναίσθημα αγωνίας που βγαίνει και ελπίδας,συγχρόνως,μέχρι που χάνεται και γίνεται παράπονο κι απελπισία.
    Πολλές φορές σου έχω πει να θεωρείς τον εαυτό σου τυχερό,που έστω και διωγμένος έζησες μία πλούσια ζωή, μία ζωή που θα ζήλευαν πολλοί.
    Δεν ξέρω αν σε παρηγορώ,για όλα αυτά που βγαίνουν στα μπλε γράμματα,αλλά αν το σκεφτείς είσαι πλούσιος κι ας μη φοράς χρυσές καδένες και αν δε μασάς τσίκλα. Μάλλον αυτά ήταν προπέτασμα καπνού για τους ντόπιους να δείξουν Μπρούκληδες στην πατρίδα.
    Σου εύχομαι ν απολαμβάνεις για πολλά χρόνια τα αγαθά που απέκτησες με κόπο και να χαμογελάς στις αναμνήσεις σου με αυταρέσκεια
    Καλό ξημέρωμα Γαβρίλη μου.
    Με αγάπη
    Χαρά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  5. Τώρα δεν μπορείς να φύγεις πια, Γαβρίλη μου.Δεν υπάρχει άλλος τόπος να γνωρίσεις και μπορεί να σε διώξει.
    Μήτε ποτέ να προσπαθήσεις να φύγεις από τομ εαυτό σου. γιατί ο Παράδεισος είναι μέσα σου. Μείνε ακεί που είσαι , στο τόπο που ετοίμασες, στο κήπο με τα τριαντάφυλλα και τις ...ντομάτες.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  6. Η γη έχει γίνει μικρή και πάνω της χοροπηδά
    ένα παιδί που έκανε τον κίνδυνο για επάγγελμά του
    και ψάχνει για το σκοπό του στη ζωή και ρωτά.
    Τι είναι αγάπη, τι είναι πόθος, τι είναι δημιουργία;
    Σαν τον αρχαίο μας πρόγονο πάλεψε με τις σειρήνες
    της ζωής και ξάπλωσε στο γρασίδι του πεπρωμένου του,
    με το κορμί του κουρασμένο, μα με την ψυχή του αναπαμένη,
    αλλά καθώς βλέπουμε και ακούραστη.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  7. Αγαπητή μου Βάνα,
    Πάντα η αυλή του γείτονα είναι πιο πράσινη απ τη δική μου.
    Είναι ένα ψυχολογικό έθισμα, του εάν

    Όσο για τις περιπέτειες του ναυτικού είναι κατα κάποιο τρόπο το ελιξήριο, ή μάλλον το αντίδοτο της μοναξιάς με το να βλέπεις μήνες ολόκληρους ουρανό και θάλασσα.
    Όμως ότι έγινε δεν γυρίζει πίσω, μόνο οι μνήμες ε! αυτές δεν φεύγουν τι να κάνω συμββάζουμαι με το παρόν με τα ήθη και έθιμα του σήμερα, 'εστω κι αν είχα παρελθόν τόσο διαφορετικό.

    Ευχαριστώ
    χαιρετισμους

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Αγαπητή μου Χαρά,

    Πάντα υπάρχει μέσα μας κρυμμένη η αμφιβολία του εαν, από αυτο ωρμόμενος παραθέτω διάφορα περιστατικά μιας απίστευτης ζωής
    και προσπαθώ να το χωνέψω ότι όλα ήταν φυσικά,
    Μου άρεσε αυτό το είσαι "πλούσιος"
    ναι ποτέ μου δεν πίστεψα στις χρυσες καδένες όμως η δίψα μου να μάθω, να ζήσω και η περιέργειά μου να γνωρίσω άλλους ανθρώπους, άλλες θρησκείες και πιστεύω με έκαναν ένα ανήσυχο άνθρωπο λες και ψάχνω να βρω το αεικίνητο, που το σκοτώνει η βαρύτητα της γης μας.

    Ευχαριστώ πολύ
    πάντα με αγάπη

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. Αγαπητέ μου Λύκων,
    νομίζω και χωρίς να το θέλω ότι το υποσυνήδειτό μου ξέρει ότι πλέον δεν μπορώ να φύγω, γιαυτό επαναστατεί και αγρυπνεί, γιαυτό που κάποτε υπηρχε.

    Σήμερα πρέπει να αναγνωρίσουμε το σήμερα, την σήμερο κοινωνία, ακόμη και ο γιατρός που παραπονέθηκα για αϋπνία μου είπε.
    Ξέχασε ποιος ήσουνα κοιτα το σήμερα,
    έλα όμως που δεν γίνεται, πάντα υπάρχει το χθες

    Ευχαριστώ

    με αγάπη

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  10. Φίλε μου Νίκο,
    γράφεις:
    (Τι είναι αγάπη, τι είναι πόθος, τι είναι δημιουργία;)

    πράγματι είναι τρία διαφορετικά πράγματα, θα έλεγα ότι λείπει ακόμη ένα το Πάθος, άρα έχουμε 4

    στη ζωή πέρασα και από τα 3, τώρα έχω μείνει με το τελευταίο δικό σου "δημιουργία"

    Όμως ακόμα προσπαθώ να δημιουργώ έστω κι ας μην υπάρχει υλικό κέρδος.
    Είναι της ψυχής η Νιρβάνα

    Ευχαριστώ
    χαιρετισμούς

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. Αγαπητέ μου φίλε Γαβριήλ,
    Λίγο καθυστερημένα, λόγω προσωπικών αντιξοοτήτων, επίτρεψέ μου κι εμένα να αφήσω ορισμένα σχόλια στο «Φεύγω» σου. Κατ’ αρχήν θερμότατα συγχαρητήρια για την απλότητα του λογοτεχνικού σου λόγου, που με τις αγνές, όμορφες πινελιές του, γίνεται λίαν ευχάριστος στον αναγνώστη και κατά τινά τρόπον τον εντοπίζει και τον ταξιδεύει στις περιπέτειές σου. Αυτές τις περιπέτειες που, ατυχώς λίγο ως πολύ, τις έζησαν πλήθος νεαρών παλληκαριών εκείνης της εποχής καθώς αναγκάστηκαν να εκπατριστούν, διωγμένα από την ίδια τους την πατρίδα με την ανέκαθεν τεράστια ταξική διαφορά της κοινωνίας της που δυστυχώς διώχνει τα νιάτα ( το ίδιο της το μέλλον) στα ξένα μακρινά κι αφήνει να την χαίρονται οι μερίδες των προνομιούχων της, καθώς την κυβερνούν οι εκάστοτε πολιτικοί της κηφήνες με τις συμμορίες και τα συνάφια τους!...
    Καθώς λοιπόν εδιάβαινα ανάμεσα στα «Φεύγω» σου ταξιδεύοντας και συζώντας μαζί σου όλες αυτές τις περιπέτειες κι έφερνα στον νου μου πάμπολλες άλλες ιστορίες που έχω ακούσει από τα πικραμένα χείλια άλλων θαλασσινών ήμουν έτοιμος να πω μπράβο σου Γαβρίλη Εύγε σου για όλα, σε καληνυχτώ!
    Μα φτάνοντας στο τέλος είδα αυτό που γράφεις «Όχι τώρα δεν φεύγω πια, αλλά κλαίω γιατί έφυγα» κι αυτό όχι μόνον με παραξένευσε και μ’ έκανε να απορίσω αλλά και κάπως μ’ έκανε να επαναστατήσω. Γι’ αυτό επίτρεψέ μου φίλε Γαβρίλη χωρίς παρεξήγηση να σε ρωτήσω κάτι. Και μιας που δεν μου χωράει εδώ το γράφω στο παρακάτω σχόλιο.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  12. Στα διάφορα μπάρκα που έκανες εκείνα τα χρόνια έκανες ποτέ μούτσος και ναύτης στην κουβέρτα; Ματσακόνισες κι’έβαψες ποτέ λαμαρίνες κάτω από την λαύρα του Ισημερινού; Καθάρισες ποτέ καμιά σεντίνα; Να την ματσακονίσεις κάτω από το βλοσυρό μάτι του λοστρόμου; Να πετάγονται οι σκουριές και να κολλάνε στο ιδρωμένο προσωπό σου χωρίς να μπορείς να πεις κουβέντα και να βρωμάς σαπίλα για ώρες; Έκανες καμιά φορά στην μηχανή κάτω από την γραβελάδα της; Καρβουνιάρης ή λαδάς; Να φιαρίζεις κάρβουνο ή να προσπαθείς να λαδώσεις τα ποδάρια της μηχανής και να φοβάσαι μη χάσεις κανένα δάκτυλο; Αν έκανες φίλε μου, κάτι τι απ’ όλα αυτά, ποτέ δεν θα ἐλεγες «κλαίω γιατί έφυγα». Δύο λοιπόν παραμένουν οι εκδοχές, ή έκανες τα διάφορα μπάρκα σου ως καμαρότος, οπότε δεν ανακατεύθηκες στα παραπάνω ή προσπαθείς να ωραιοποιήσεις και να δελεάσεις (glamorize), σαν τους παλιούς ναυτικούς με τα διήγηματά τους, μιά ζωή γεμάτη από κακουχίες, πίκρες καημούς και στεναγμούς! Μιάς ζωής που οι στιγμιαίες ψευδαισθήσεις χαράς του πληρωμένου έρωτα, είτε στο κολασμένο Καττεντρέχτ, είτε στο Βαλποραίζο, είτε στην Γιαβάτα ή στην Φορμόζα δεν είναι ικανές να επουλώσουν έστω και την μικρότερη πληγή από τις μύριες πληγές που αφήνει η θαλασσινή ζωή στην ψυχή του κάθε ναυτικού! Σ’ αυτόν τον φουκαρά τον ναυτικό και ειδικά στον Έλληνα ναυτικό που μετά την λήξη του πολέμου όλοι αυτοί οι «ἑντιμοι» εφοπλιστάδες με τα “Liberty” τους πατήσανε ακόμα πιο πολύ από το παρελθόν, επάνω στο «πτώμα» του για να πλουτίσουν. Δεν πιστεύω να υπάρχουν χειρότερα αφεντικά στον κόσμο από τους Έλληνες εφοπλιστάδες! Όπως λες ότι χρειάζεται να γράψεις τόμους για να εξιστορήσεις τις περιπετειές σου άλλο τόσο λέω κι εγώ. Χρειάζεται τόμους για να γράψω και να εξιστορήσω γι’αυτήν την βάρβαρη και σκυλήσια μπορώ να πω ζωή του ναυτικού. Γι’ αυτήν την ζωή που καταντά μαρτύριο όταν ταξιδεύεις ατέλειωτα ημερόνυχτα με μόνη σου συντροφιά τον ουρανό και θάλασσα και το μονότονο βογγητό της προπέλας που σχίζει τα νερά! Τι είναι λοιπόν φίλε μου Γαβριήλ που σε κάνει να «κλαίς» που έφυγες απ’ αυτήν την σκυλήσια ζωή, από αυτήν την κόλαση; Μήπως ήταν έτσι μια φευγαλέα ειδυλλιακή ψευδαίσθηση; Μια ονειροπόληση που σ’ έκανε να το πεις; Μάλλον έτσι το υποθέτω διότι στο βάθος είμαι βέβαιος ότι ούτε εσύ ο ίδιος ποτέ δεν θα έσπρωχνες το παιδί σου να γίνει ναυτικός!
    Σου ζητώ δύο συγγνώμην! Πρώτον για το μακροσχελες των σχολίων μου και δεύτερον και σπουδαιότερον που σου χαλνάω την ειδυλλιακή πλευρά της περιγραφής των περιπετειών σου, αλλά πίστεψέ με, μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να αποδεχτώ την ωραιοποίηση και δεαλισμό (glamorization) μιας ζωής που στην πραγματικότητα είναι γιομάτη κακουχίες, πίκρες και καημούς που αφήνουν χαραγματιές στην ψυχή!.. Η θάλασσα είναι μια άπονη, σκληρή, μαυρ-άκαρδη, καπριτσιόζα, εκδικήτρια ερωμένη, πού μέσα στα κύματά της κρύβει μύριες πληγές!...Κι αυτό το τονίζω γι’ αυτούς τους άσχετους με την θαλασσινή ζωή που ακούνε τους παλιούς ναυτικούς με τα φανταστικά τους διηγήματα ή βλέπουν τα κινηματογραφικά έργα με τις χιμαιρικές ειδυλλιακές ψευδαισθήσεις και ενθουσιάζονται και ονειροπολούνε. Η θαλασσινή ζωή για τους περισσότερους είναι απλά και ντόμπρα ένα πλωτό κάτεργο και τίποτα παραπάνω! Μην «κλαις» λοιπόν καλέ μου φίλε που έφυγες από αυτήν την κόλαση! Έσο χαρούμενος κι ευτυχής που πατάς στεριά!...
    Να είσαι καλά! Με όλη μου την φιλία,
    Δημήτρης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  13. Καλησπέρα αγαπητέ μου Δημήτρη,
    εύχομαι να είσαστε καλά ,μαζί με την αγαπητή σου Άσπα.
    Διαβασα προσεκτικά τα σχόλια σου, πριν όμως συνεχίσαω θα μου επιτρέψεις να κάνω μια παρένθεση.
    Μου έστειλαν μήνυμα από τα γραφεία της εφημερίδας εκεί όπου έγραψα το ΦΕΥΓΩ και μου έδωσαν ένα νούμερο τηλεφώνου κι ένα όνομα Πέτρος να τηλεφωνήσω.
    Προ ολίγο τηλεφώνησα:
    "Είμαι νεροφερμένος απ την Ελλάδα, έχω τρεις μήνες στην Αμερική, εργάζομαι σε Δελικατέσεν (μου είπε το όνομα στο Μπρούκλυν)
    Διάβασα το Φεύγω κι έκλαιγα, αισθάνομαι το ίδιο όπως αισθανόσαστε εσείς"
    Του λέω πόσων χρονών είσαι 34 μου λέει.

    Ε! Φίλε Δημήτρη όταν έγραφα αυτά το (Όχι τώρα δεν φεύγω πια, αλλά κλαίω γιατί έφυγα.) αυτό εννούσα κι εγώ κλαιω γιατι έφυγα απ την Ελλάδα, γιατί μου κλείσανε τις πόρτες για μόρφωση, γιατί δεν πρόλαβα να πάω σχολείο, γιατί δεν γνώρισα ποτέ τον πλατωνικό παιδικό έρωτα, γιατί δεν είχα ποτέ εφηβική ηλικία, αλλά από μικρός έγινα άνδρας. Αυτοί που έμειναν προόδεψαν σκληρά μεν αλλά ανέβηκαν την τάξη της μόρφωσης, έγιναν επιστήμονες κλπ...
    όλα αυτά τα έχασα, είναι κάτι που δεν ξανάρχετε είναι κάτι που υπήρχε μόνο μια φορά.

    Το ότι διασκεδαζα στα λιμάνια είναι το αντίδοτο της ύπαρξης του ατόμου, το ότι τα περισσότερα βαπόρια ήταν κάτεργα γνωστό, καθώς μου είναι γνωστό ότι πάνω στη ζωή τη δικιά μας γινόταν πιο πλούσιοι οι εφοπλλιστές και τα τσανάκια τους. το ότι άλειφαν ψαρόλαδο τη λαμαρίνα, το ότι ματσακόνιζαν, το ότι καθάριζαν τα τούμπα απ τα καζάνια, το ότι καθάριζαν τα αμπάρια, έφτιαχναν μπουλμέδες, όλα αυτά γνωστά. Αλλά δεν υπήρχε εναλλακτική λύση.
    έκανα φίλε μου ταξίδι 120 μέρες πέλαγος από Νέα Ορλεάνη στον Ινδικό ωκεανό κόλπο της Βεγκάλης απ τον γύρω του ακρωτηρίου της καλλής Ελπίδας με ένα τραμπάκουλο σαπιο και όμως φίλε μου γλυτώσαμε.
    Όλα αυτά διότι δεν είχα άλλη επιλογή.

    Ναι η ζωή στα βαπόρια ήταν σαν κάτεργα, αλλά σε αυτά τα βαποράκια που δεν έπιαναν καθόλου μεσόγειο ή Ελλάδα, σε αυτά που ειχαν μερικούς ξένους αξιωματικούς και πληρώματα οι συνθήκες ήταν κάπως καλύτερες.

    Σε αυτά έκανα 12 και μισό χρόνια και σε δυο λίμπερτι σχεδόν δυο χρόνια. σε ένα το οποίον γύρισε σημαία από αμερικανική σε Λιβέριας στην Νέα Υόρκη, ήταν το ELIZABETH H,ένα υπόδειγμα βαποριού ως άφθονη τροφοδοσία και τάξη.
    το άλλο ήταν όταν πρωτόφυγα από την Ελλάδα με Ελληνική Σημαία ένα πραγματικό κάτεργο.

    Σε ευχαριστώ πολύ,δια την ανάλυση της ανάρτησής μου "Φευγω" είναι καθ' όλα αληθινή


    χαιρετισμούς
    και πάλι ευχαριστώ

    Γαβριήλ



    ΑπάντησηΔιαγραφή
  14. Αγαπητέ Γαβρίλη καλή σου μέρα και καλημέρα και στον Στράτο πουτ είχε τη ωραία ιδέα να μεταφέρει εδώ στους ΜΑ το γραφτό σου με τον τίτλο "Φεύγω". Τόσες μέρες δεν φάνηκα γιατί είχα το μεγάλο πρόβλημα με τον υπολογιστή μου. Κι΄ευχαριστώ τους φίλους που μου συμπαραστάθηκαν από όλα τα σημεία του πλανήτη. Φυσικά από τους κοντινούς ευχαριστώ εσένα και τον Στράτο που πάντα δίνει το παρόν.
    Για το "Φεύγω" σου τα είπαμε όταν το πέρασες στην Εφημερίδα της ΝΥ. Συγκλονιστικός ο τρόπος που άφησες την πατρίδα. Ευτύχημα που όλα πήγαν καλά στη ζωή σου.
    Νάσαι πάντα καλά φίλε.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  15. Αγαπητέ και καλωσυνάτε φίλε Γαβριήλ,

    Ειλικρινά λυπούμαι που εξέλαβα το «Όχι τώρα δεν φεύγω πια, αλλά κλαίω γιατί έφυγα.» ότι «έκλαιγες» επειδή έφυγες από τα καράβια. Οπως ήτο διατυπωμένο αυτή την εντύπωση έδινε. Χίλια συγγνώμην . Το ότι «κλαίς» που έφυγες από την πατρίδα το καταλαβαίνω απόλυτα και είμαι μαζί σου γιατί λίγο ως πολύ όλοι μας είμαστε στον ίδιο παρανομαστή και επομένως το ίδιο κάνουμε όλοι. Ειδικά δε εμείς οι διωγμένοι από την ίδια την πατρίδα τους. "Βλέπεις πονάει πολύ όταν η μάνα διώχνει το παιδί της"! Κάποτε θα τα πούμε από κοντά!...Να είσαι καλά και το θεωρώ τιμή μου να είσαι φίλος μου!

    Μετην αγάπη μου,
    δημήτρης

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  16. Καλημέρα φίλτατε Δημήτρη,

    Αν και τα βαπόρια που έκανα τα περισότερα ήταν της "κόστας" δηλαδή ανάμεσα βόρεια νότια Αμερική κλπ...
    εν τούτοις ακριβώς όπως το λες η ζωή του ναυτικου σκληρή όσο είσαι εργένης ε κάτι πάει κι έρχετε όταν όμω το Εγώ γίνει Εμείς, τότε δεν διορθώνεται.

    Ευχαριστώ πολύ για την απάντησή σου, επίσης θα ήθελα να πω στο ΠΥΛΑΡΟΣ έχω γράψει προ εβδομάδος ένα κείμενο (Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ)
    παρακαλώ κοιτάξτε τα σχόλια είναι κάτι που αξίζει να δείτε.

    Με την αγάπη μου

    ευχαριστώ

    Γαβριήλ

    ΑπάντησηΔιαγραφή

«Ουχ ούτως χρείαν έχομεν της χρείας παρά των φίλων ως της πίστεως της περί της χρείας» Επίκουρος